Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο
Anti-Fraud Knowledge Centre

Πλαστογράφηση εγγράφων στο πλαίσιο μέτρου στήριξης του ΕΚΤ

Κόκκινη/-ες σημαία/-ες

Τον Νοέμβριο του 2011 ο περιφερειακός ενδιάμεσος φορέας που διαχειρίζεται το πρόγραμμα είχε υπόνοιες για περιπτώσεις απάτης σε 3 αιτήσεις χρηματοδότησης έργου που υπέβαλε η εταιρεία X (με νόμιμο εκπρόσωπο την εταιρεία Α) σε συνεργασία με την εταιρεία Y (με νόμιμο εκπρόσωπο την εταιρεία Β) στη βορειοδυτική περιφέρεια του κράτους μέλους.

Οι κόκκινες σημαίες στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν οι εξής:

  • Οι υπόνοιες απάτης αφορούσαν υπογεγραμμένες δηλώσεις σχετικά με την ύπαρξη διοικητικών πόρων. Η εταιρεία Α είχε υπογράψει, ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας X, διάφορες ψευδείς δηλώσεις σχετικά με την ύπαρξη διοικητικών πόρων. Η εταιρεία Β, εκπρόσωπος του εταίρου, είχε υποστηρίξει αυτή την πρακτική υπογράφοντας τις ανάλογες δηλώσεις εξ ονόματος της εταιρείας Υ σχετικά με τον αριθμό των εργαζομένων που αναφέρονται στην αίτηση χρηματοδότησης. Προς υποστήριξη των δηλώσεών τους, οι δύο εκπρόσωποι πλαστογράφησαν επίσημα πιστοποιητικά των εθνικών αρχών. Σ’ αυτά περιλαμβάνονταν φορολογικά πιστοποιητικά με πλαστό κείμενο επίσημων πιστοποιητικών. Σύμφωνα με την εθνική βάση δεδομένων, οι δύο εταιρείες δεν είχαν υπαλλήλους κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης χρηματοδότησης. Ωστόσο, η εταιρεία υπέβαλε επίσημη δήλωση στο πλαίσιο της αίτησης χρηματοδότησης, στην οποία ανέφερε ότι απασχολούσε 50 εργαζομένους. Η απόκλιση αυτή οδήγησε τον ενδιάμεσο φορέα να αναφέρει τις υποψίες του στην εθνική υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης. Η αξία της επιχορήγησης που ζητήθηκε για κάθε έργο ήταν περίπου 500 000 EUR.
  • Ο περιφερειακός ενδιάμεσος φορέας είχε υποψίες ότι η εταιρεία X και η εταιρεία Y είχαν τον ίδιο μοναδικό εταίρο, καθώς η τελευταία είχε μεταβιβάσει το 99 % του μετοχικού κεφαλαίου της σε επιχείρηση καταχωρισμένη στη Δημοκρατία των Σεϋχελλών.  Αυτή ακριβώς η μεταβίβαση κεφαλαίου εκτός της ΕΕ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για πιθανή απάτη. Δεδομένου ότι αυτό συνιστούσε ένδειξη κινδύνου απάτης για τη διαχειριστική αρχή, η διαδικασία σύναψης συμβάσεων για το αιτούμενο ποσό των 500 000 EUR ανά έργο διακόπηκε, αφού ο αιτών δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα του περιφερειακού ενδιάμεσου φορέα για διευκρινίσεις.

Περιγραφή της μεθόδου απάτης

Οι εταιρείες Χ και Υ λογίζονταν ως η ίδια, ουσιαστικά, οντότητα. Υπέβαλαν αίτηση συγχρηματοδότησης από το ΕΚΤ για 3 έργα, στη βορειοδυτική περιφέρεια του κράτους μέλους, προσκομίζοντας έγγραφα τα οποία είχαν παραποιηθεί από τον νόμιμο εκπρόσωπο, την εταιρεία Α. Τα παραποιημένα έγγραφα περιλάμβαναν πλαστά φορολογικά πιστοποιητικά.

Περαιτέρω έρευνα από την εθνική υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης αποκάλυψε άλλες 14 αιτήσεις για επιχορήγηση από την ΕΕ, συνολικής αξίας 7 000 000 EUR, που υποβλήθηκαν από την εταιρεία X στο πλαίσιο όλων των περιφερειακών προγραμμάτων άλλων περιφερειών του κράτους μέλους. Η εταιρεία Χ έλαβε προχρηματοδότηση ύψους 850 000 EUR για τα εν λόγω 14 έργα. Οι εν λόγω πληρωμές προχρηματοδότησης δαπανήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα για, π.χ., μισθώματα γραφείων και πληροφοριακό εξοπλισμό, που δεν αποτελούσαν μέρος της αρχικής αίτησης προϋπολογισμού.

Η εταιρεία Α υπέβαλε σειρά πλαστών εγγράφων στον ενδιάμεσο φορέα, προκειμένου να δικαιολογήσει τον τρόπο με τον οποίο δαπανήθηκε η προχρηματοδότηση. Τα έγγραφα αυτά περιλάμβαναν τα εξής:

  • αιτήσεις επιστροφής εξόδων, οι οποίες έφεραν τη σφραγίδα και την πλαστογραφημένη υπογραφή του λογιστή·
  • συμβάσεις που είχαν συναφθεί με διάφορες εταιρείες·
  • τιμολόγια για συναλλαγές σε μετρητά από προμηθευτές ή παρόχους υπηρεσιών·
  • σημειώματα αποδοχής σχετικά με την παραλαβή των εμπορευμάτων·
  • αρχεία ταμειακών μηχανών, για την αιτιολόγηση των πληρωμών σε μετρητά·
  • φύλλα μισθοδοσίας που φαίνονταν υπογεγραμμένα από υπαλλήλους στο πλαίσιο του έργου·
  • καταστάσεις με τις τοποθεσίες των έργων, οι οποίες είχαν υποβληθεί στους εκπροσώπους της διαχειριστικής αρχής προκειμένου να αποτραπεί η διενέργεια επιτόπιων ελέγχων·
  • τεχνικές και οικονομικές εκθέσεις για την πιστοποίηση της εκτέλεσης των δραστηριοτήτων.

Η εταιρεία Α υπεξαίρεσε τα κεφάλαια σε μικρά ποσά και πλαστογράφησε τα προαναφερθέντα έγγραφα από κοινού με τους διαχειριστές του έργου και τον λογιστή. Ο λογιστής χρησιμοποίησε έγγραφα και νομικές σφραγίδες εταιρειών με τις οποίες συνεργαζόταν, για να πλαστογραφήσει ορισμένα από τα έγγραφα. Καμία από τις εταιρείες δεν είχε πράγματι υπογράψει τα έγγραφα ούτε είχε εκτελέσει τις εργασίες. Σημειώθηκε ελάχιστη πρόοδος όσον αφορά την εκτέλεση καθηκόντων που συνδέονται με την υλοποίηση των έργων. Η εταιρεία Α καταχράστηκε κεφάλαια συνολικού ύψους 215 000 EUR που ελήφθησαν ως προχρηματοδότηση, προβαίνοντας σε πληρωμές για αγαθά και υπηρεσίες που δεν συνδέονταν με την υλοποίηση του έργου.

Πώς εντοπίστηκε η απάτη

Ελήφθησαν στοιχεία από το εθνικό γραφείο εμπορικού μητρώου, προκειμένου να διαπιστωθεί η νομιμότητα των εταιρειών και η ικανότητά τους να ασκούν επαγγελματικές δραστηριότητες, καθώς και από την τοπική επιθεώρηση εργασίας, προκειμένου να προσδιοριστεί ο ακριβής αριθμός των εργαζομένων και των δύο εταιρειών. Η εθνική υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης επαλήθευσε τη γνησιότητα των φορολογικών πιστοποιητικών, από τα οποία προέκυπτε ότι οι δικαιούχοι δεν είχαν εκκρεμείς οφειλές. Ο όρος αυτός αποτελούσε προϋπόθεση για τη διαδικασία ανάθεσης. Επαληθεύτηκε επίσης η γνησιότητα των δηλώσεων συμμόρφωσης και επιλεξιμότητας που υποβλήθηκαν εξ ονόματος του δικαιούχου από τον νόμιμο εκπρόσωπό του.

Μετά την έρευνα που διεξήγαγε η εθνική υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν την ύπαρξη ενός και μόνου συνεργάτη της εταιρείας Χ και της εταιρείας Y. Ωστόσο, οι έρευνες πράγματι εντόπισαν στοιχεία που αποδείκνυαν την υπογραφή ψευδών δηλώσεων από τους δύο νόμιμους εκπροσώπους. Η πράξη αυτή τιμωρείται από το εθνικό δίκαιο.

Στο αίτημα της εθνικής υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης για την κατάρτιση καταλόγου όλων των έργων στα οποία συμμετείχαν οι δύο εταιρείες επισημάνθηκε ότι η εταιρεία Χ είχε υποβάλει άλλες 14 αιτήσεις επιχορήγησης από την ΕΕ. Από περαιτέρω ανάλυση προέκυψε ότι για τις αιτήσεις αυτές είχε ακολουθηθεί ο ίδιος τρόπος δράσης όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, δηλ. η χρήση πλαστών και παραποιημένων εγγράφων για την υποστήριξη των αιτήσεων. Η εθνική υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης ενημέρωσε τόσο την κεντρική διαχειριστική αρχή, η οποία ακύρωσε όλες τις συμβάσεις χρηματοδότησης με την εταιρεία X, όσο και την εθνική διεύθυνση καταπολέμησης της διαφθοράς, η οποία διεξήγαγε έρευνες σχετικά με:

  • την υποβολή παραποιημένων εγγράφων με σκοπό την παράνομη απόκτηση ενωσιακών κονδυλίων·
  • την κατάχρηση ενωσιακών κονδυλίων κατά παράβαση των νομικών διατάξεων·
  • την υποβολή ψευδών δηλώσεων·
  • την πλαστογράφηση τίτλων υπό ιδιωτική υπογραφή·
  • τη συνέργεια και ηθική αυτουργία στην τέλεση των προαναφερθέντων αδικημάτων.

Το 2013 η εταιρεία Α καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 11 ετών έπειτα από κατηγορίες για απάτη που αφορούσαν και τα 17 έργα. Αργότερα, το 2015, η κατηγορούμενη εταιρεία Α καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 8 ετών από την κεντρική εισαγγελική αρχή του κράτους. Η κατηγορούμενη ομολόγησε την ενοχή της μόνο για τις κατηγορίες περί απάτης.

Μετά την έρευνα, χορηγήθηκε στον ενδιάμεσο φορέα πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων του εθνικού εμπορικού μητρώου και της βάσης δεδομένων για την απασχόληση, πρόσβαση η οποία θα τον είχε βοηθήσει κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

Τα κεφάλαια που δαπανήθηκαν από τον δικαιούχο δεν ανακτήθηκαν μετά την εν λόγω έρευνα.

Δυσκολίες που προέκυψαν

Για να αποφευχθεί ο εντοπισμός μέσω των επιτόπιων ελέγχων, ο δικαιούχος άλλαξε τις εγκαταστάσεις στις οποίες επρόκειτο να βασιστούν τα έργα. Επομένως, δεν κατέστη δυνατή η διενέργεια των επιτόπιων ελέγχων.

Αδυναμίες που εντοπίστηκαν

  • Η βασική αδυναμία που διαπιστώθηκε ήταν η αδυναμία της περιφερειακής διαχειριστικής αρχής να έχει άμεση πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων τις οποίες διαχειρίζονται οι εθνικές αρχές (δημοσιονομικές, κοινωνικές). Αργότερα, η αδυναμία αυτή διορθώθηκε, καθώς επιτράπηκε η άμεση πρόσβαση της διαχειριστικής αρχής στις εθνικές βάσεις δεδομένων.
  • Η δυνατότητα του δικαιούχου να υποβάλλει επανειλημμένως αίτηση συγχρηματοδότησης σε διαφορετικά μέρη της χώρας, ακολουθώντας τον ίδιο τρόπο δράσης.
26 ΜΑΡΤΊΟΥ 2021
Forgery of documentation EL
English
(232.74 KB - PDF)
Τηλεφόρτωση